Τα αργά Βυζαντινά μελωδήματα (του Γ. Αγγελινάρα)

Γεώργιος Αγγελινάρας

Γεώργιος Αγγελινάρας

(Άρθρο του Γεωργίου Αγγελινάρα στην εφημερίδα «Σαμιακόν Βήμα»)

Ορισμένοι φιλεκκλήσιοι και φιλακόλουθοι πιστοί διαμαρτύρονται και δυσανασχετούν για τα ψαλλόμενα αργά Βυζαντινά μελωδήματα και απαιτούν όλοι οι ύμνοι να ψάλλονται σύντομα, προβάλλοντας ως δικαιολογία την κόπωση των εκκλησιαζομένων και το έωλο επιχείρημα ότι το εκκλησίασμα δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσει το κείμενο των «αργώς και μετά μέλους» ψαλλομένων ύμνων.

Οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θεοφόροι Πατέρες καθόρισαν τα μεν Αγιογραφικά κείμενα, ήτοι οι Ευαγγελικές και Αποστολικές περικοπές, καθώς και οι ευχές «Άσπιλε, αμόλυντε, άχραντε… Και δος ημίν Δέσποτα», να απαγγέλλονται εμμελώς σύμφωνα με την ενερμόνια χρόα του Κλιτού, το Προφητολόγιο και οι κατά περίστασιν ευχές να λέγονται χύμα, δηλαδή με απλή ανάγνωση, ενώ οι ύμνοι οι οποίοι είναι ποιητικά κείμενα υψηλής θεολογικής εμπνεύσεως, να ψάλλονται άλλοι σε σύντομο μέλος, όπως παραδείγματος χάριν οι Κανόνες, τα Προσόμοια, τα Απολυτίκια και τα Κοντάκια, άλλοι σε αργοσύντομο μέλος, όπως είναι τα στιχηραρικά λεγόμενα μέλη, Κεκραγάρια, Πασαπνοάρια, Ιδιόμελα και Δοξαστικά και ελάχιστοι «αργώς και μετά μέλους», όπως είναι τα Χερουβικά και τα Κοινωνικά. Τα εισοδευτικά τροπάρια «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται» και «Ότε οι ένδοξοι Μαθηταί», το αργόν «Τη υπερμάχω», τα αργά Ιδιόμελα των Κατανυκτικών Εσπερινών, τα μεγάλα Προκείμενα και οι Καλοφωνικοί Ειρμοί είναι έργα μοναδικής Βυζαντινής μελουργικής τέχνης, τα οποία χειραγωγούν τους προσευχομένους στην μυσταγωγική ατμόσφαιρα της κατανύξεως που αποτελεί τη βασική επιδίωξη της Θείας Λατρείας και πρέπει να είναι βιωματική και εξυψωτική.

Τα παλαιά έντεχνα μελουργήματα ερμηνεύουν τα βαθύτερα νοήματα των ύμνων, με την ανεξάντλητης ευρηματικότητας Βυζαντινή οκταηχία, προβάλλοντας προς μίμηση τις χριστιανικές αρετές, όπως τις εβίωσαν τα ιερά πρόσωπα της Εκκλησίας του Χριστού.

Στις μεγάλες εορτές και τους πανηγυρίζοντες ιερούς ναούς, είθισται να ψάλλονται αργές Καταβασίες και αργές Δοξολογίες, διά το πανηγυρικόν και αιδέσιμον της ημέρας.

Όταν ο Άγιος Πορφύριος ο νέος άκουγε το αργόν «Τη υπερμάχω», έλεγε ότι η μελωδία αυτή ενώνει τα επίγεια με τα ουράνια. Πολύ τον συγκινούσε το αργόν «Δύναμις» του Νηλέως Καμαράδου, έργο κατά τη γνώμη του εναρέτου και βαθύτατα θρησκευομένου μελοποιού.

Η μελωδική ποικιλία είναι απαραίτητη στη Θεία Λατρεία γιατί, όπως έλεγε ο Μέγας Βασίλειος, η μονότονη επανάληψη προκαλεί την ακηδία και τον νυσταγμό της ψυχής. ενώ οι μελωδικές και ρυθμικές εναλλαγές νεαροποιούν το ενδιαφέρον των προσευχομένων και ανακαινίζουν της ψυχής το νηφάλιον. Όλα όσα η εκκλησιαστική παράδοση έχει καθιερώσει και η μακροχρόνια χρήση έχει εξαγιάσει, δεν επιτρέπεται ελαφρά τη καρδία να καταργούνται ή να αντικαθίστανται από ασύμβατες μεταλλάξεις. Οι αρχαίες λειτουργικές συνήθειες έχουν ένα νόημα πολύ βαθύ. Εάν δεν κατανοούμε τη σημασία των θεσμοθετημένων λειτουργικών διατάξεων, αυτό δεν μας επιτρέπει και να τις καταργούμε ή να τις τροποποιούμε κατά περίσταση και κατά βούληση.

Οι λειτουργικές καινοτομίες προέρχονται κατά κανόνα από υπερηφάνεια και εγωισμό, από περιφρόνηση και αδιαφορία προς τις αγιοπατερικές αρετές της υπακοής και της ταπεινοφροσύνης.

Η επιστράτευση της δικαιολογίας «αυτό αρέσει στον κόσμο» αποτελεί πρόφαση προσωπικής επιλογής, απουσία Εκκλησιαστικού φρονήματος και έλλειμμα λειτουργικού ήθους. Οι πιστοί πρέπει να διδαχθούν για να μη συγχέουν την κοσμική αντίληψη του ωραίου, που είναι αισθησιακή και ρομαντική, ενώ η Εκκλησία προβάλλει το κάλλος το αμήχανον και Δεσποτικόν. Η ωραιότητα της Εκκλησίας είναι πνευματική, είναι αγία και άμωμος, κεκαθαρμένη από παντός μολυσμού. Η Εκκλησία δεν συμβιβάζεται με την ευδαιμονιστική αντίληψη της ζωής. Αποβλέπει στην ψυχική ευφορία και την πνευματική ανάταση, επιδιώκοντας να καταστήσει κατανοητές, κατά το δυνατόν, τις δογματικές Αλήθειες του Ευαγγελίου, όχι μόνον με τη λογική διεργασία και τους παράλληλους συσχετισμούς, αλλά κυρίως και προπάντων με την εξ όλης ψυχής και διανοίας συμμετοχή των προσευχομένων στις Ιερές Ακολουθίες και τα Μυστήρια της Εκκλησίας.

Τα αργά Βυζαντινά μελωδήματα βοηθούν τους πιστούς ν΄απελευθερώνονται από τη νομοτέλεια των αυστηρών μαθηματικών συνειρμών, προκειμένου να πλησιάσουν με τρόπο βιωματικό το υψηλό θεολογικό και δογματικό περιεχόμενο των ύμνων. Η γνώμη του Αγίου Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης ότι η μελωδία ερμηνεύει την των λόγων διάνοιαν, αποκαλύπτει τη σημασία και τον προορισμό των αργών μελωδημάτων, τα οποία δημιουργούν ένα κλίμα μυστηριακής υποβλητικότητας, εντός του οποίου οι ψυχές των εκκλησιαζομένων απελευθερώνονται από το άγχος και τις βιοτικές μέριμνες της καθημερινότητος. Οι Βυζαντινοί μελουργοί δεν απέβλεψαν ποτέ στην αισθησιακή απόλαυση, αλλά πάντοτε επεδίωκαν να εκφράσουν την Αλήθεια του Ευαγγελικού Λόγου, την εμπειρία της στρατευομένης Εκκλησίας και τη βεβαιότητα της Άλλης Ζωής που αν δεν υπήρχε, η παρούσα θα ήταν ανυπόφορη και βασανιστική. Τα αργά Βυζαντινά μελουργήματα αποτελούν την υπέρβαση της πραγματικότητας, προκειμένου η κατ΄αίσθησιν αντίληψις να μεταστοιχειωθεί σε νοερά προσευχή, αποκαλυπτική του ακτίστου φωτός της θείας και ενδόξου του Σωτήρος Χριστού Μεταμορφώσεως.

Οι αρχαίες Εκκλησιαστικές παραδόσεις αποτελούν τη σάρκωση του Ευαγγελικού κηρύγματος και της παλαιοχριστιανικής απλότητος και ευκοσμίας. Οι νεοπλουτικές πολυτέλειες δεν συμβιβάζονται με την Ευαγγελική απλότητα και την Αγιοπατερική εγκράτεια.

Πριν από μερικές δεκαετίες, ο Προϊστάμενος του ιερού ναού του Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας στην Αθήνα προέτρεπε τους πιστούς, κατά την Ακολουθία του Μεγάλου Σαββάτου και κατά τη διάρκεια του ψαλλομένου στίχου «Ανάστα ο Θεός», να χτυπούν μετά μανίας τα καθίσματα των στασιδιών! Όταν η τηλεόραση προέβαλε το καινοφανές του πράγματος, άρχισε η μίμηση. Πριν από έξι χρόνια, την βαρβαρική αυτή συνήθεια μετέφερε σε ενοριακό ναό της Σάμου ένας παρεπιδημών Αθηναίος Αρχιμανδρίτης. Πρόκειται για ένα δρώμενο πρωτόγονης ειδωλολατρικής εθιμοταξίας, το οποίο ανατρέπει άρδην την κατανυκτικότητα της Ακολουθίας του Μεγάλου Σαββάτου και το οποίο ενθυμίζει τις θορυβώδεις και δαιμονικής καταληψίας τελετουργικές μαγγανείες των Αφρικανών Ζουλού.

Η Σάμος ήταν ανέκαθεν προσηλωμένη προς τις λειτουργικές διατάξεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο τηρεί απαρεγκλίτως και εφαρμόζει επακριβώς τις αρχαίες λειτουργικές παραδόσεις και συνήθειες, σύμφωνα με τη σύσταση του Αποστόλου των Εθνών «στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις».

Όπως σημειώνει το εν χρήσει Τυπικόν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, «Η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία κατακρίνουσα παν ό,τι καινοφανές και κακόζηλον, αποδοκιμάζει ταύτα επισήμως και απαγορεύει μάλιστα αυστηρώς». Ο Άγιος Εφραίμ ο Σύρος έλεγε ότι «η υπερηφάνεια αναγκάζει επινοείν καινοτομίας, μη ανεχόμενη το αρχαίον». Οι Ιερές Ακολουθίες δεν είναι ούτε θεατρικές παραστάσεις, ούτε λαϊκές διασκεδαστικές εκδηλώσεις. Στην Εκκλησιαστική Βυζαντινή Μουσική δεν έχουν θέση ούτε τα χορευτικά τσακίσματα, ούτε οι δυτικότροπες εναρμονίσεις, ούτε οι βαρβαρικοί μουσουλμανικοί κραυγασμοί, οι οποίοι αλλοτριώνουν και νοθεύουν τη σεμνή ιεροπρέπεια της από αιώνων καθιερωμένης Εκκλησιαστικής εθιμοταξίας.

Θα είναι μεγάλη απώλεια να χαθούν οι αργές Βυζαντινές μελωδίες που έχουν εξαγιασθεί από τη μακροχρόνια λειτουργική χρήση και μας συνδέουν άρρηκτα με την αρχαία Εκκλησιαστική παράδοση των αιώνων της μεγάλης ακμής, αλλά και με την Ιστορία των κάτω χρόνων, κατά τη διάρκεια των οποίων το δουλεύον Γένος των Ελλήνων είχε καταστεί ομοίωμα και εκτύπωμα της Άκρας Ταπεινώσεως του Πάσχοντος Χριστού.

Η Εκκλησία διδάσκει και οι πιστοί είναι διά βίου μαθητευόμενοι, οι οποίοι πρέπει να μάθουν, όχι μόνο να βλέπουν τα φαινόμενα και να ακούνε τα μαθήματα, αλλά να παρατηρούν με μεγάλη προσοχή τα διαδραματιζόμενα και να προσπαθούν να κατανοήσουν σε βάθος τα διδασκόμενα, προκειμένου να καταρτισθούν πνευματικά και να αξιωθούν να μετάσχουν «ξενίας Δεσποτικής και αθανάτου τραπέζης».

Το πνεύμα του Θεού δεν αποκαλύπτεται ούτε μέσα στις θορυβώδεις εκδηλώσεις, ούτε μέσα στην καταιγιστική ανεμοθύελλα, ούτε μέσα στην καταρρακτώδη βροχή, αλλά μέσα στην πνοή της αύρας της λεπτής, μέσα στην απόλυτη ησυχία και την πραότητα, μέσα στο πέλαγος της κατανύξεως που προκαλούν τα πάντερπνα ακούσματα των λεπτοτάτης τέχνης αργών Βυζαντινών μελωδημάτων.

Γεώργιος Αγγελινάρας
Άρχων Μαΐστωρ της Μ.τ.Χ.Ε.

Εφημερίδα «Σαμιακόν Βήμα» – Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *