Κατά τη γιορτή της Aγίας Ειρήνης έχει οριστεί να διαβάζεται στη Θεία Λειτουργία η περικοπή από τις Πράξεις των Αποστόλων, όπου εξιστορείται η εξάπλωση του κηρύγματος στην περιοχή της Σαμάρειας.
Η Σαμάρεια στα χρόνια του Χριστού και των Αποστόλων ήταν περιοχή της Παλαιστίνης που εκτεινόταν βορείως της Ιουδαίας και νοτίως της Γαλιλαίας. Κάποιες λίγες πόλεις της Σαμάρειας που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη είναι η Σαμάρεια, που είναι η πρωτεύουσα, η παραθαλάσσια Καισάρεια, η Συχάρ, η γνωστή μας από τη Σαμαρείτιδα με την οποία συνομίλησε ο Χριστός, η Συχέμ, η Αινών και άλλες.
Ποιοι μετέφεραν το χριστιανικό κήρυγμα εκεί; Το μετέφεραν οι Χριστιανοί των Ιεροσολύμων, που διασκορπίστηκαν στα χωριά της Ιουδαίας και της Σαμάρειας, κατά το διωγμό που κηρύχτηκε εναντίον τους μετά το λιθοβολισμό του Στεφάνου. Ξεριζώθηκαν βιαίως από τα σπίτια τους, αλλ΄ο Θεός ευλόγησε την προσφυγιά τους, γιατί αυτοί οι ξεριζωμένοι μίλησαν στους ανθρώπους που συνάντησαν για το Χριστό με το λόγο τους και το παράδειγμά τους. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο συγγραφεύς των Πράξεων Λουκάς: «Οι μεν ουν διασπαρέντες διήλθον ευαγγελιζόμενοι τον λόγον.»
Ιδιαίτερη και ονομαστική αναφορά από όλους αυτούς τους πρόσφυγες γίνεται στην περικοπή μας για το Φίλιππο, τον δεύτερο μετά το Στέφανο από τους εφτά εκλεγμένους για τα τραπέζια των φτωχών. Ιστορείται γι΄αυτόν ότι όταν κατέβηκε από τα Ιεροσόλυμα από κάποια πόλη της Σαμάρειας κήρυττε στους κατοίκους το Χριστό και οι άνθρωποι, καθώς άκουγαν, πρόσεχαν όλοι με το ίδιο θερμό ενδιαφέρον τα λόγια του Φιλίππου και έβλεπαν τα σημεία που έκανε. Διότι τα ακάθαρτα πνεύματα, που είχαν πολλοί μέσα τους, έβγαιναν, βγάζοντας δυνατές φωνές. Και πολλοί παράλυτοι και κουτσοί θεραπεύθηκαν. Και έγινε χαρά μεγάλη στην πόλη εκείνη.
Ο ιστορικός Λουκάς δεν μας λέει τι έλεγαν τα ακάθαρτα πνεύματα, διότι αυτά είναι αναξιόπιστα κι όταν ακόμη λένε την αλήθεια. Ποτέ δεν δίνουμε προσοχή στα λόγια του διαβόλου. Το πάθημα της Εύας δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Διότι ο διάβολος ενδιαφέρεται να πλανήσει όλους, ακόμη και τους εκλεκτούς. Ο Λουκάς ενδιαφέρεται να μας πληροφορήσει τι έκανε ο Θεός μέσω του Φιλίππου. Το τι λέει και κάνει ο Θεός πρέπει ν’ απορροφά όλο το ενδιαφέρον μας.
Και συνεχίζει την εξιστόρηση ο Λουκάς: Πριν να πάει ο Φίλιππος εκεί, ο λαός θαύμαζε έναν άλλον που ήταν εκεί και λεγόταν Σίμων και έκανε δημοσίως μαγικά πράγματα, με τα οποία κατέπληττε το έθνος της Σαμάρειας. Και έλεγε για τον εαυτό του με υπερηφάνεια και γαύρο ύφος ότι ήταν κάποιος μεγάλος και σπουδαίος. Σ΄αυτόν πρόσεχαν όλοι από τον πιο μικρό, μέχρι τον πιο μεγάλο και έλεγαν ότι αυτός είναι η δύναμη του Θεού η μεγάλη. Λίγο-πολύ, τον θεοποιούσαν. Και του έδιναν προσοχή, διότι επί αρκετό καιρό τους είχε καταπλήξει με τις μαγείες του.
Όταν όμως κάποιοι κάτοικοι της Σαμάρειας πίστεψαν στο Φίλιππο που τους κήρυττε για τη βασιλεία του Θεού και το όνομα του Ιησού Χριστού και βαπτίζονταν, άντρες και γυναίκες, ο θαυμασμός τους έφυγε από το Σίμωνα και πήγε στο Χριστό. Το περίεργο είναι ότι ο Σίμων όχι μόνο δεν αντέδρασε, αλλά πίστεψε κι αυτός όπως όλοι οι άλλοι! Από τη στιγμή που βαπτίστηκε δεν ξεκολλούσε από το Φίλιππο, αλλά συνεχώς βρισκόταν κοντά του. Και βλέποντας τα σημεία και τις δυνάμεις τις μεγάλες που γίνονταν, έμενε κατάπληκτος. Πρέπει να σημειωθεί, όμως, ότι ο θαυμασμός του δεν ήταν ειλικρινής.
Στο μεταξύ οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα έμαθαν ότι η περιοχή της Σαμάρειας έχει δεχθεί το λόγο του Θεού και έστειλαν εκεί τους Αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη, προφανώς για να ενισχύσουν το έργο του Φιλίππου και να κάνουν επιπλέον ό,τι δεν μπορούσε να κάνει μόνος του ο Φίλιππος. Και οι δύο αυτοί Απόστολοι, υπακούοντας στην κεντρική απόφαση των Αποστόλων, αφού κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα στη Σαμάρεια, προσευχήθηκαν για όλους αυτούς, προκειμένου να πάρουν το Άγιο Πνεύμα. Ήταν απλώς βαπτισμένοι στο όνομα του Κυρίου Ιησού. Ο Πέτρος και ο Ιωάννης έβαζαν τα χέρια τους πάνω τους κι εκείνοι έπαιρναν Άγιο Πνεύμα.
Και μια λεπτομέρεια που μας αποκαλύπτεται εδώ: ο Πέτρος δεν ήταν ανεξέλεγκτος, όπως θέλησαν να τον παρουσιάσουν αργότερα οι παπικοί, ισχυριζόμενοι ότι ήταν ο αποκλειστικός διάδοχος του Χριστού, αλλά, εντελώς αντίθετα, υπαγόταν κι αυτός στην κεντρική εξουσία των Αποστόλων. Οι Απόστολοι του έδωσαν εντολή να πάει στη Σαμάρεια και πήγε. Πήγε, όχι διότι πήρε απόφαση μόνος του, όπως παίρνει σήμερα ο πάπας, ούτε έστειλε κανέναν άλλο ως αντιπρόσωπό του (βικάριο), όπως κάνει σήμερα ο πάπας.
Γεννάται το ερώτημα: αν οι Απόστολοι δεν έβαζαν τα χέρια τους, το βάπτισμα ήταν ελλιπές; Προφανώς, όχι. Διότι με τον καιρό οι βαπτιζόμενοι πληθύνονταν και οι Απόστολοι δεν επαρκούσαν να βάζουν τα χέρια τους σε όλους. Εξάλλου, οι Απόστολοι δεν ήταν παρόντες σε όλες τις εποχές, ενώ ο βαπτισμός γινόταν σε όλες τις εποχές. Και σήμερα γίνεται και ποτέ δεν θα παύσει να γίνεται. Τότε, τι ήταν αυτή η επίθεση των χεριών τους; Προφανώς, ήταν για τη μετάδοση εκτάκτων χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, που τότε ο Θεός έκρινε ότι ήταν αναγκαία, για να τα βλέπουν οι άνθρωποι, να συγκλονίζονται και να προσέρχονται στην πίστη και στη σωτηρία ομαδικώς.
Αθανάσιος Γ. Σιαμάκης, αρχιμανδρίτης