21 Μαϊ Κωνσταντίνου Πρξ 26,1· 12-20
Ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος, για όσα ευεργετήματα ενήργησε υπέρ της εκκλησίας, τιμάται ως άγιος στις 21 Μαΐου. Επειδή κατά τη στρατιωτική επιχείρηση εναντίον του Μαξεντίου είδε το σημείο του Σταυρού στον ουρανό και άκουσε φωνή «Εν τούτω νίκα», από το οποίο παίρνοντας θάρρος, κατήγαγε νίκη το 312 στη Μουλβία γέφυρα του Τιβέρεως ποταμού, επιλέχτηκε ως αποστολική περικοπή της εορτής του ένα άλλο όραμα, το όραμα του αποστόλου Παύλου.
Το όραμα του Κωνσταντίνου έχει ομοιότητες με εκείνο του αποστόλου Παύλου. Η πιο σημαντική είναι ότι και τα δύο οράματα παρακίνησαν τους δύο άντρες, τον μεν Παύλο να εγκαταλείψει το στείρο ιουδαϊσμό, τον δε Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει την αμαρτωλή γριά της ειδωλολατρίας και ν’ ακολουθήσουν το Χριστό. Έτσι, ο μεν Παύλος από το όραμα κι έπειτα έγινε κήρυκας του Χριστού και ευαγγελίστηκε το κήρυγμα Εκείνου για πρώτη φορά στα έθνη, ο δε Κωνσταντίνος, με το όραμα, πήρε επίσημη θέση υπέρ του Χριστιανισμού. Ας δούμε το όραμα του Παύλου.
Πολλούς κινδύνους πέρασε ο απόστολος Παύλος από την ώρα που πάτησε το πόδι του για τελευταία φορά στα Ιεροσόλυμα. Ο Θεός, δια μέσου του προφήτου Αγάβου, τον προειδοποίησε ότι θα τον πιάσουν και θα τον φυλακίσουν, αλλ΄ ο απόστολος Παύλος, παρ΄ όλες τις παρακλήσεις και τα δάκρυα των Χριστιανών να μην ανεβεί στα Ιεροσόλυμα, τελικά ανέβηκε, όπου τον συνέλαβαν οι ζηλόφθονοι ιουδαΐζοντες, με την κατηγορία ότι κηρύττει στα έθνη, ενώ κατά τη γνώμη τους, έπρεπε να κηρύττει μόνο στους Ιουδαίους κι ότι είναι κατά της περιτομής.
Το ότι κήρυξε στα έθνη ο απόστολος Παύλος δεν ήταν δική του απόφαση, αλλ΄ απόφαση του ιδίου του Κυρίου. Προοριζόταν από τον Κύριο να κηρύξει το Ευαγγέλιο στα έθνη (βαστάσαι το όνομά του ενώπιον των εθνών). Σε απολογίες του, ο Παύλος προς το λαό των Ιεροσολύμων που ζητούσε το θάνατό του και προς το βασιλιά Αγρίππα, αναφέρθηκε λεπτομερώς στο όραμα, στο οποίο πήρε τη συγκεκριμένη εντολή από τον Κύριο να κηρύξει στα έθνη, όπως θα δούμε στη συνέχεια. «Οι Ιουδαίοι», του είπε ο Κύριος, «δεν θα παραδεχτούν το κήρυγμά σου.» Γι΄ αυτό, νωρίς είχε χαρακτηριστεί ο Παύλος ως απόστολος και διδάσκαλος των εθνών.
Πριν να μπούμε στην εξιστόρηση του οράματος, για ιστορικούς λόγους, πρέπει ν΄ αναφερθεί ότι όταν την επιτροπεία της Παλαιστίνης ανέλαβε ο Ρωμαίος επίτροπος Φήστος, παρέλαβε από τον προκάτοχό του Φήλικα και τον κρατούμενο Παύλο. Όταν δε ο Φήστος δέχτηκε στην έδρα του Καισάρεια την εθιμοτυπική επίσκεψη του βασιλέως Ηρώδου Αγρίππα του νεωτέρου και ο Φήστος ανάμεσα στα άλλα ενημερωτικά του είπε ότι έχει κι έναν Ιουδαίο κρατούμενο, ονομαζόμενο Παύλο, ο Ιουδαίος Αγρίππας έδειξε ενδιαφέρον να τον ακούσει, ο δε Φήστος του τον παρουσίασε σε δικαστική αίθουσα την άλλη μέρα. Κι όταν ο Αγρίππας επέτρεψε στον Παύλο να λάβει το λόγο της απολογίας του, εκείνος τέντωσε το χέρι του, όπως συνήθιζαν τότε οι ρήτορες και άρχισε την απολογία του.
Στο λόγο του ο Παύλος ιστορεί πρώτα την αρχική αντίθεσή του στο κίνημα των οπαδών του Ιησού, των οποίων τη σύλληψη στη Δαμασκό είχε αναλάβει, με άδεια των αρχιερέων. Και συνεχίζει: «Ενώ ήμουν απασχολημένος με την καταδίωξη των Χριστιανών, στο δρόμο για τη Δαμασκό που το καταμεσήμερο ο ήλιος έκαιγε, βασιλιά Αγρίππα, ένα φως από τον ουρανό, ισχυρότερο από τη λαμπρότητα του ήλιου, έλαμψε γύρω μου και γύρω από τους συνοδούς μου. Όλοι τότε πέσαμε κάτω στη γη, αλλά μόνο εγώ άκουσα μια φωνή να μου λέει στην εβραϊκή διάλεκτο:
– Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις; Είναι σκληρό σ΄ εσένα να κλωτσάς τα καρφιά.
Και εγώ ρώτησα:
– Ποιος είσαι, Κύριε;
Εκείνος μου απάντησε:
– Είμαι ο Ιησούς, που καταδιώκεις. Αλλά τέλος πάντων, σήκω επάνω και στάσου όρθιος στα πόδια σου. Διότι γι΄ αυτό σου εμφανίστηκα, για να σε χρίσω υπηρέτη και μάρτυρα όλων αυτών που είδες και πρόκειται στο μέλλον να δεις. Σου παρουσιάστηκα για να σε διαβεβαιώσω ότι θα σε σώζω από τον Ιουδαϊκό λαό και τους εθνικούς, προς τους οποίους εγώ σε στέλνω, για να τους ανοίξεις τα μάτια της ψυχής, ώστε να επιστρέψουν από το σκοτάδι στο φως και από την εξουσία του σατανά στο Θεό, για να λάβουν άφεση αμαρτιών και μερίδιο στην αιώνια κληρονομία μαζί με αυτούς που έχουν αγιαστεί πιστεύοντας σ΄εμένα.
Γι’ αυτό, σ΄ αυτήν την ουράνια οπτασία, βασιλιά Αγρίππα, δεν αρνήθηκα να πειθαρχήσω, αλλά και στη Δαμασκό πρώτα και στα Ιεροσόλυμα και σε κάθε χωριό της Ιουδαίας και στα έθνη κηρύττω να μετανοούν και να επιστρέφουν στο Θεό, κάνοντας έργα άξια μετανοίας.»
Αυτή η αυτοψία του αποστόλου Παύλου είχε μεγάλη βαρύτητα για τον ίδιο. Έγινε αιτία ν΄ άλλάξει πορεία και από εχθρός να γίνει φίλος του Χριστού και του κηρύγματός του. Έγινε αιτία να γνωρίσουν το φως της πίστεως τα έθνη που ζούσαν στο σκοτάδι της πλάνης και του ψεύδους. Έγινε το ισχυρό επιχείρημα της αποστολικότητός του και εδώ της απολογίας του. Η εντολή ήταν από τον ίδιο το Χριστό· δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Την ανάγκη να κηρύττει πλέον στα έθνη την ένοιωθε σαν εγκυμοσύνη, που μέρα με την ημέρα γινόταν επιτακτικότερη. Γι΄ αυτό το κήρυγμα, πολλές φορές, ήταν έτοιμος να δώσει ακόμη και τη ζωή του. Και τελικά την έδωσε.
Αθανάσιος Γ. Σιαμάκης, αρχιμανδρίτης