Ἡ μία ποίμνη (π.Ἀθ. Σιαμάκης)

KALOS_POIMHN_25 Ἰανουαρίου, Γρηγορίου, Ἰω 10,9-16 (Λειτουργίας)

Πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ εἶναι τὸ ἑωθινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς (Ἰω 10,1-9), σὲ παραβολή του (= παροιμία) ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς παρωμοίασε  τοὺς ἀνθρώπους του μὲ ποίμνη προβάτων¹, ποὺ εἶναι σταυλισμένα στὴ μάνδρα. Μίλησε ἐπίσης γιὰ μανδρότοιχο, γιὰ ποιμένα, γιὰ θύρα, γιὰ θυρωρό, γιὰ κλέφτες, γιὰ λῃστάς, γιὰ τὰ ὁποῖα εἶπε καὶ τί σημαίνει τὸ καθένα.

Ἐδῶ, ἐπαναλαμβάνει καὶ συνεχίζει: «Ἐγὼ εἶμαι ἡ θύρα (τῶν προβάτων). Ἐὰν κάποιος (ὡς πρόβατο) μπῇ μὲ τὴ δική μου μεσολάβησι μέσα μέσα στὴν ποίμνη, θὰ σωθῇ· καὶ θὰ μπῇ στὴ μάνδρα καὶ θὰ βγῇ ἀπὸ τὴ μάνδρα καὶ θὰ βρῇ βοσκή», δηλαδὴ θὰ βρῇ αὐτὸ ποὺ ζητάει ἡ ψυχή του, σωτηρία, ἀσφάλεια, χαρά, ζωὴ αἰώνια (9).

Ἰησοῦς εἶναι ἡ θύρα. Τὰ πρόβατα ἀνήκουν στὸ Θεὸ (ποιμένα), ὁ ὁποῖος περνάει τὴ θύρα καὶ φτάνει στὰ πρόβατα, δηλαδὴ ἀποκαλύπτεται διὰ τοῦ Ἰησοῦ. Κάθε «θεὸς» ποὺ δὲν ἀποκαλύπτεται διὰ τοῦ Ἰησοῦ εἶναι κλέφτης καὶ λῃστής. Καὶ τέτοιος θεὸς εἶναι ὁ διάβολος.

Καὶ δὲν εἶναι μόνο ἡ θύρα ὁ Ἰησοῦς· εἶναι συγχρόνως καὶ ὁ ἰδιοκτήτης τῶν προβάτων, ὁ ἀληθινὸς Μεσσίας, ὁ αὐτοαποκαλυπτόμενος Θεός. Ὅλοι οἱ ἄλλοι, πρὶν ἀπ᾿ αὐτόν, ποὺ διεκδίκησαν τὰ πρόβατα σὰν χριστοὶ ἢ μεσσίες, ἦταν ψευδόχριστοι καὶ ψευδομεσσίες, μὲ μία λέξι ἀπατεῶνες. Καὶ ἢ ὁ Θεὸς ἀποκαλυφθῇ στοὺς πιστοὺς διὰ τοῦ Ἰησοῦ (= εἰσελεύσεται) ἢ οἱ πιστοὶ γνωρίσουν τὸ Θεὸ διὰ τοῦ Ἰησοῦ (= ἐξελεύσεται), τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι τὸ ἴδιο, ὅτι οἱ πιστοὶ (= τὰ πρόβατα) θὰ βροῦν αὐτὸ ποὺ ζητάει ἡ ψυχή τους, τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ μακαριότητα. Μὲ μία λέξι, ἡ μόνη δίοδος ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς βρίσκει τοὺς ἀνθρώπους του καὶ οἱ ἄνθρωποι τὸ Θεό τους, εἶναι ὁ Ἰησοῦς. Αὐτὸς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ ὁ πραγματικὸς Κύριος τῶν προβάτων.

Καὶ συνεχίζει: «Ὁ κλέφτης δὲν ἔρχεται παρὰ γιὰ νὰ κλέψῃ καὶ σφάξῃ καὶ καταστρέψῃ· ἐνῷ ἐγὼ ἦρθα γιὰ νὰ ἔχουν ζωὴ μὲ τὸ παραπάνω (10). Ἐγὼ εἶμαι ὁ ποιμένας ὁ καλός. Ὁ καλὸς ποιμένας θυσιάζει τὴν ψυχή του γιὰ τὰ πρόβατα (11). Ἐνῷ ὁ μισθωτός, ποὺ δὲν εἶναι ποιμένας, ποὺ δὲν εἶναι δικά του τὰ πρόβατα, βλέπει τὸ λύκο νὰ ἔρχεται καὶ (δὲν τὸν διώχνει), ἀλλὰ τὰ ἐγκαταλείπει καὶ φεύγει ὁ ἴδιος καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει τὰ πρόβατα καὶ τὰ σκορπίζει (12). Ὁ μισθωτός, ὅπως εἴπαμε, φεύγει, διότι εἶναι μισθωτὸς καὶ δὲν νοιάζεται γιὰ τὰ πρόβατα (13). Ἐγὼ εἶμαι ὁ καλὸς ποιμένας καὶ γνωρίζω τὰ δικά μου καὶ γνωρίζομαι ἀπὸ τὰ δικά μου (14) κι ὅπως  μὲ γνωρίζει ὁ πατέρας κι ἐγὼ γνωρίζω τὸν πατέρα καὶ προσφέρω τὴ ζωή μου γιὰ τὰ πρόβατα (15).»

Ἐδῶ γίνονται συγκρίσεις: Ὁ διάβολος (= κλέφτης) ἁρπάζει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴ βία, ἢ τὴν παραπλάνησι καὶ τοὺς θανατώνει ψυχοσωματικά, ἐνῷ ὁ Χριστὸς ἦρθε γιὰ νὰ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι ζωὴ αἰώνια καὶ εὐτυχισμένη. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ καλὸς ποιμένας τῶν ἀνθρώπων, ποὺ θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ κινδυνεύουν, ἐνῷ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι καὶ γενικὰ οἱ κακοὶ ποιμένες, ποὺ ζοῦν ὡς μισθωτοὶ εἰς βάρος τῶν ἀνθρώπων, δὲν δίνουν τὴ ζωή τους γιὰ χάρι τῶν ἀνθρώπων. Γι᾿ αὐτό, ὅταν βλέπουν νὰ ἔρχεται ὁ κίνδυνος, ὁ πειρασμός, ἡ ἁμαρτία, ὁ διάβολος, δὲν συμπαρίστανται τοὺς ἀνθρώπους, δὲν δίνουν τὴ μάχη γιὰ νὰ τοὺς σώσουν ἀπὸ τὸν πειρασμὸ ἢ τὴν ἀπώλεια, ἀλλὰ φεύγουν καὶ τοὺς ἐγκαταλείπουν καὶ ἡ ἁμαρτία κάνει θραῦσι ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Ἐπὶ πλέον ὁ καλὸς ποιμένας Χριστὸς γνωρίζει τοὺς ἀνθρώπους του, ὅπως γνωρίζει τὸν πατέρα του, καὶ αὐτὸς γνωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους του καὶ ἀναγνωρίζεται ὡς σωτήρας τους. Ὅσοι δὲν τὸν ἀναγνωρίζουν, τὸ κάνουν ἐπειδὴ δὲν εἶναι δικοί του καὶ διότι ἔχουν ἄλλες προτιμήσεις καὶ ἀγάπες, ὅπως τὸ χρῆμα, τὶς φιλοδοξίες, τὶς κακὲς ἐπιθυμίες, τὶς διαστροφές.

«Ἔχω καὶ ἄλλα πρόβατα», συνεχίζει ὁ Χριστός, «ποὺ δὲν εἶναι ἀπὸ αὐτὴ τὴ μάνδρα. Πρέπει κι ἐκεῖνα νὰ τὰ ὁδηγήσω. Καὶ  θ᾿ ἀκούσουν καὶ αὐτὰ καὶ  θ᾿ ἀναγνωρίσουν τὴ φωνή μου. Καὶ τότε θὰ γίνῃ ἕνα κοπάδι, ἕνας ποιμένας (16).»

Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι σὲ ἄλλη μάνδρα, εἶναι οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ στὰ ἔθνη. Ὁ κόσμος εἶναι δύο μάνδρες. Καὶ στοὺς ἐθνικοὺς ὁ Θεὸς ἔχει ἐκλεκτὲς ψυχὲς ποὺ τοῦ ἀνήκουν. Κάποια στιγμή, ὅταν ἔρθῃ ἡ κατάλληλη ὥρα, ὅταν δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς μαθητάς του θὰ κηρυχθῇ καὶ σ᾿ αὐτοὺς τὸ εὐαγγέλιο, θὰ πάρῃ καὶ ἀπὸ τὶς δύο μάνδρες τοὺς ἀνθρώπους του καὶ θὰ τοὺς ἑνώσῃ σὲ μία κοινωνία, τὴν ἐκκλησία. Ὅταν αὐτοὶ οἱ πιστοὶ στὸ Χριστὸ ὅλης τῆς γῆς γνωριστοῦν καὶ ἑνωθοῦν μεταξύ τους, μὲ κριτήριο τὴν ἀφοσίωσί τους  στὸ πρόσωπο τοῦ ποιμένος Χριστοῦ, καὶ συμβοσκήσουν στὸ λόγο καὶ στὰ μυστήρια, θὰ εἶναι μία ποίμνη, μία ἐκκλησία. Ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ εἶναι ἐκτὸς ἐκκλησίας, ἔστω καὶ ἂν ἔχουν κοινὰ ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικά μὲ τοὺς πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁμοεθνεῖς, χριστώνυμοι, ὁμόγλωσσοι, κλπ.

Ἐδῶ πρέπει νὰ γίνῃ μιὰ ἀναγκαία διευκρίνισι. Ἡ μία ποίμνη, μία ἐκκλησία, δὲν νοεῖται ὅπως τὴν ἐννοεῖ ὁ οἰκουμενισμός ὡς ἕνα χαρμάνι ἀπ᾿ ὅλες τὶς χριστώνυμες ὁμολογίες καὶ τὰ ἐξωχριστιανικὰ θρησκεύματα τῆς γῆς· αὐτὸς ὁ συγκρητισμός, (ἔτσι λέγεται αὐτὸ τὸ ἑτερόκλητο καὶ ἑτερόφρον συνονθύλευμα2) εἶναι τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο ἀπὸ τὴ μικρὴ μειονότητα τῶν πιστῶν τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑπάρχουν ἐδῶ στὸν κόσμο. Διότι, ὅπως τονίστηκε, ἡ μία ποίμνη θὰ γίνῃ μὲ κριτήριο τὴν κοινὴ πίστι καὶ ἀφοσίωσι στὸ Χριστό, ποὺ σ᾿ αὐτοὺς ὅλους βέβαια δὲν ὑπάρχει. Αὐτοί, ὄχι μόνο δὲ γνωρίζουν καὶ δὲν ἀναγνωρίζουν τὸ Χριστό, ἀλλὰ καὶ παίρνουν θέσι μάχης ἐναντίον του, τὸν πολεμοῦν ἐκ τῶν ἔσω ὕπουλα, καλλιεργώντας ἄλλες κοσμικὲς οἰκονομικὲς καὶ διαθρησκειακὲς ἀποβλέψεις, προτιμήσεις καὶ ἀγάπες, τὶς ὁποῖες τοὺς τὶς ἐμπνεει ὁ διάβολος, ὁ ἐχθρὸς καὶ κλέφτης καὶ λῃστὴς τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ.

Τέλος, πρέπει νὰ τονιστῇ ὅτι μία ποίμνη εἶναι κάτι ποὺ ἐν μέρει ἤδη πραγματοποιήθηκε μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ σ᾿ ὅλα τὰ ἔθνη καὶ τὴν ἵδρυσι τῆς μιᾶς, ἀγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς ἐκκλησίας, ποὺ μέλη της εἶναι ἀπ᾿ ὅλες τὶς φυλές, ἔχουν κοινὸ κριτήριο τὴν ἀληθινὴ πίστι καὶ ἀφοσίωσι στὸ Χριστό καὶ ἀναγνωρίζουν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ μοναδικὸς σωτήρας καὶ λυτρωτής τους. Αὐτὴ ἡ μία ποίμνη ζῇ καὶ σ᾿ αὐτὸ τὸ πρόσκαιρο καὶ φθαρτὸ  σχῆμα τῆς ζωῆς τὴν ἐν Χριστῷ μακαριότητα μέσα στοὺς κόλπους τῆς ἐκκλησίας, τρεφόμενη μὲ τὸ λόγο τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Θὰ ζῇ δὲ καὶ μετὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου σὲ πολὺ ὑψηλότερο καὶ πνευματικώτερο βαθμὸ στοὺς οὐρανούς, ὅπου ἔχει ἑτοιμάσει γι᾿ αὐτὴν ὁ καλὸς ποιμένας Χριστός.

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

1) Στὴ διαπραγμάτευσι τῆς ὁμιλίας αὐτῆς ὡς βασικὸ βοήθημα χρησιμοποιήθηκε ἡ μελέτη τοῦ Σιαμάκη Κ., Ἑρμηνεία στὸ Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο (λιθογραφημένη).

2) Γιὰ τὸ συγκρητισμὸ βλ. τοῦ ἰδίου, Μελέτες 2,131.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *